Πυκνώνουν τα ανησυχητικά μηνύματα από την πολύπαθη περιοχή της Μέσης Ανατολής, αναφορικά με τις ισραηλινές κατηγορίες περί «μεταφοράς βαλλιστικών βλημάτων εδάφους-εδάφους τύπου Scud, από τη Συρία προς την οργάνωση Χεζμπολλάχ του Λιβάνου». Η πρώτη επίσημη ανακοίνωση από ισραηλινής πλευράς πραγματοποιήθηκε στις 13 Απριλίου από τον Ισραηλινό πρόεδρο Σιμόν Πέρες, ο οποίος κατηγόρησε τη Δαμασκό για «διπλό παιχνίδι». Εννοώντας ότι ενώ η Συρία παρουσιάζεται πρόθυμη να επιστρέψει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, προκειμένου να προχωρήσει η «ισραηλινο-συριακή συμφωνία ειρήνης», εντούτοις, την ίδια ώρα προμηθεύει τη Χεζμπολλάχ με βαλλιστικά βλήματα Scud. Ακολούθησαν διευκρινιστικές αναφορές Ισραηλινού αξιωματούχου προς τους Reuters, σύμφωνα με τις οποίες «τα βαλλιστικά βλήματα Scud μεταφέρθηκαν λαθραία στη Χαζμπολλάχ πριν δύο μήνες, από το νότιο τμήμα των συρο-λιβανικών συνόρων». Η αντίδραση της Δαμασκού ήταν άμεση. Η πρεσβεία της Συρίας στην Ουάσιγκτον προχώρησε σε «άρνηση των κατηγοριών» και ταυτόχρονα τόνισε ότι «οι ισραηλινές κατηγορίες αποσκοπούν να εκτρέψουν το θέμα της διεθνούς συνόδου, σχετικά το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ισραήλ». Ως γνωστόν, το διήμερο 12 και 13 Απριλίου, η Ουάσιγκτον φιλοξενούσε τη «Διεθνή Σύνοδο για την Πυρηνική Ασφάλεια», στην οποία παρευρέθηκαν ηγέτες από 47 χώρες . Από επιχειρησιακής πλευράς, η μεταφορά των Scud από τη Συρία στη Χεζμπολλάχ του Λιβάνου δεν εξυπηρετεί σχεδόν κανένα σκοπό και δεν προσδίδει σχεδόν κανένα πλεονέκτημα έναντι της τρωτότητας του Ισραήλ (μοναδικό πλεονέκτημα είναι η –θεωρητική παρά πρακτική- μείωση του χρόνου αντίδρασης των ισραηλινών αντιβαλλιστικών συστημάτων). Αντίθετα, αυξάνει την πιθανότητα καταστροφής των Scud από πιθανή αεροπορική επιδρομή των Ισραηλινών. Από στρατηγικής πλευράς, διακρίνονται κάποια οφέλη, καθώς ενισχύεται ο «σιιτικός άξονας» (Shia Axis) Τεχεράνης-Δαμασκού-Χεζμπολλάχ. Σύμφωνα με πληροφορίες των ΜΜΕ, η Συρία διαθέτει στο στρατηγικό της οπλοστάσιο κινητά βαλλιστικά βλήματα μικρού βεληνεκούς (~500 χλμ) εδάφους-εδάφους τύπου Scud-C, μέρος των οποίων μετέτρεψε, με τη βοήθεια της Βόρειας Κορέας, σε Scud-D (~700 χλμ). Στην κατηγορία του «μικρού βεληνεκούς» ανήκουν τα βαλλιστικά βλήματα εδάφους-εδάφους (Short-Range Ballistic missile – SRBM), που έχουν τη δυνατότητα να βάλουν κατά στόχων σε απόσταση έως τα 1.000 χλμ. Γενικότερα, τα βαλλιστικά βλήματα ανήκουν στην κατηγορία των «στρατηγικών όπλων» αλλά και στην κατηγορία των «όπλων μαζικής καταστροφής» (Weapons of Massive Destruction – WMD), καθότι μπορούν να μεταφέρουν χημικά, βιολογικά και πυρηνικά όπλα στην κεφαλή του βλήματος. Στο παρελθόν, το Ισραήλ έχει κατηγορήσει αρκετές φορές τη Συρία για το οπλοστάσιο των βαλλιστικών βλημάτων που διαθέτει αλλά και για τη μεταφορά οπλικών συτημάτων προς τη στρατιωτική πτέρυγα της Χεζμπολλάχ. Μερικά χαρακτηριστικά δημοσιεύματα έχουν ως ακολούθως: • Τον Ιανουάριο του 2007, η Jerusalem Post ανέφερε ότι «η Συρία πραγματοποίησε επιτυχή δοκιμαστική εκτόξευση ενός Scud-D και τμήματα του βλήματος έπεσαν στο τουρκικό έδαφος (συρο-τουρκικά σύνορα)». • Το Σεπτέμβριο του 2007, το BBC και οι Reuters δημοσίευσαν ότι «τον Αύγουστο του 2007, σε ένα συριακό στρατιωτικό συγκρότημα στην περιοχή του Aleppo σημειώθηκε έκρηξη κατά τη διάρκεια προσπάθειας τοποθέτησης χημικής γόμωσης (mustard gas) στην κεφαλή ενός βλήματος Scud-C» και ότι «έκτοτε, ματαιώθηκε το συρο-ιρανικό πρόγραμμα ανάπτυξης χημικών κεφαλών σε βαλλιστικά βλήματα τύπου Scud». • Το Φεβρουάριο του 2009, το BBC ανέφερε ότι «το Ισραήλ ανησυχεί για τη μεταφορά αντι-αεροπορικών βλημάτων από τη Συρία στη Χεζμπολλάχ». Μάλιστα, ο Ισραηλινός υπουργός Άμυνας Εχούντ Μπαράκ υποστήριξε ότι «η παράδοση παρόμοιων οπλικών συστημάτων, από τη Συρία στη Χεζμολλάχ, διαταράσσει την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή» και πρόσθεσε ότι «θεωρεί υπεύθυνη την κυβέρνηση του Λιβάνου». • Το Νοέμβριο του 2009, το “Jane's Missiles and Rockets” δημοσίευσε άρθρο, σύμφωνα με το οποίο «οι ειδικές δυνάμεις του Ισραήλ, αφού κατέλαβαν το γερμανικής ιδιοκτησίας πλοίο Franco, πλησίον της Κύπρου, που μετέφερε 2.000 ρουκέτες των 107 mm και 9.000 όλμους, το οδήγησαν στον ισραηλινό λιμένα Ashdod». Το δημοσίευμα ανέφερε επίσης ότι «το Franco απέπλευσε από το λιμένα Bandar Abbas του Ιράν και είχε ως τελικό προορισμό τη Συρία». Το τελευταίο χρονικό διάστημα, ο Λευκός Οίκος εξέφρασε επανηλειμμένα τις ανησυχίες του για το ενδεχόμενο να εμπλέκεται η Συρία σε μια τέτοια υπόθεση και η Χεζμπολλάχ να εξοπλίζεται με βαλλιστικά βλήματα, καθότι προκαλούσε ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων, που θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει την περιοχή της Μέσης Ανατολής. Προς το παρόν, η Ουάσιγκτον δεν επιβεβαίωσε τις ισραηλινές πληροφορίες και παρακολουθεί το θέμα. Ως γνωστόν, κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Ομπάμα πραγματοποιήθηκαν προσπάθειες αναθέρμανσης των συρο-αμερικανικών σχέσεων, με σημαντικότερο γεγονός την ανακοίνωση του State Department για τοποθέτηση Αμερικανού πρέσβη στη Δαμασκό, το χρίσμα του οποίου εκκρεμεί στη γερουσία. «Εφιαλτικά Σενάρια» για το Ισραήλ Το Ισραήλ θεωρεί ότι η Τεχεράνη αναπτύσσει πρόγραμμα κατασκευής πυρηνικών όπλων και έχει καταστήσει σαφές ότι θα επιτεθεί κατά των πυρηνικών του εγκαταστάσεων, όταν θα αισθανθεί ότι απειλείται άμεσα. Επίσης, στην παρούσα φάση, ανησυχεί ότι η Συρία και η Χεζμπολλάχ πιθανόν ενισχύουν το συμβατικό στρατηγικό τους οπλοστάσιο, προκειμένου να προβούν σε προληπτικό χτύπημα κατά του Ισραήλ, πριν αυτό επιτεθεί στο Ιράν. Σήμερα, τρία είναι τα «εφιαλτικά σενάρια» για το Ισραήλ: • Η δημιουργία μιας ιρανικής πυρηνικής ομπρέλας στη Μέση Ανατολή, μέσα στην οποία θα περιλαμβάνεται και το εβραϊκό κράτος. • Η ανάπτυξη μιας επικαλυπτόμενης βαλλιστικής ομπρέλας, από το Ιράν, τη Συρία και τη Χεζμπολλάχ, η οποία θα προσδίδει την επιχειρησιακή δυνατότητα στοχοποίησης του συνόλου της ισραηλινής επικράτειας. • Η άσκηση «ασφικτικών» αμερικανικών πιέσεων για επίσπευση της επίλυσης του παλαιστινιακού προβλήματος, με όρους που προς το παρόν δεν αποδέχεται το εβραϊκό κράτος (τερματισμό των εποικιστικών προγραμμάτων στην ανατολική Ιερουσαλήμ και τη Δυτική Όχθη). Η Ουάσιγκτον γνωρίζει πολύ καλά ότι η επιδείνωση στις ισραηλινο-παλαιστινιακές σχέσεις λειτουργεί καταλυτικά στη δημιουργία αρνητικού κλίματος στις αντίστοιχες αραβο-αμερικανικές σχέσεις και γενικότερα επιδεινώνει την κατάσταση ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Επίσης, είναι πιθανόν να ασκηθούν πιέσεις από το Λευκό Οίκο, προς το Τελ Αβίβ και τη Δαμασκό, για την επανέναρξη των συρο-ισραηλινών συνομιλιών, με τη διαμεσολάβηση της Άγκυρας. Πιθανή Επιδείνωση της Κατάστασης Ασφάλειας στη Μέση Ανατολή Το Ισραήλ αντιλαμβάνεται μια ανατροπή του περιφερειακού status quo, και ως εκ τούτου, είναι προφανές ότι θα αντιδράσει και στρατιωτικά αλλά και διπλωματικά. Εφόσον οι ισραηλινές υπηρεσίες πληροφοριών επιβεβαιώσουν τη θέση ανάπτυξης των βλημάτων Scud στο Λίβανο, θα προχωρήσουν στην άμεση διεξαγωγή αεροπορικών επιδρομών, με σκοπό την καταστροφή τους. Το σενάριο αυτό χαρακτηρίζεται ως «απευκταίο», καθώς θα οδηγήσει σε κλιμάκωση των εχθροπραξιών με απρόβλεπτες συνέπειες. Στο διπλωματικό επίπεδο, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπέντζαμιν Νετανιάχου δεν θα ενδώσει στις αμερικανικές πιέσεις για πάγωμα των εβραϊκών εποικισμών. Μια τέτοια αντίδραση από ισραηλινής πλευράς θα επιδεινώσει περαιτέρω τις ισραηλινο-αμερικανικές σχέσεις και θα προκαλέσει αμηχανία στην Ουάσιγκτον. Αναφορικά με το Ιράν, η πιθανότητα να επιτεθεί το Ισραήλ κατά των πυρηνικών του εγκαταστάσεων παραμένει «χαμηλή», αλλά σε κάθε περίπτωση εκτιμάται ότι έχει αυξηθεί σε σχέση με τους προηγούμενους μήνες. Προβληματισμένη η Ουάσιγκτον Όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση, οι ΗΠΑ είναι αναγκασμένες –πέρα από τις όποιες πιέσεις ασκούν σε Τελ Αβίβ, Δαμασκό και Τεχεράνη- απλά να παρακολουθήσουν τις εξελίξεις και να τοποθετηθούν μετά τη διάδοχη κατάσταση που θα προκύψει. Ίσως, οι ΗΠΑ κατορθώσουν να επέμβουν, τουλάχιστον διπλωματικά, αν αποδειχθεί σύντομα και πριν δράσουν οι Ισραηλινοί, ότι πράγματι η Χεζμπολλάχ προμηθεύτηκε βαλλιστικά βλήματα. Οπότε, θα μπορούσαν να εντείνουν τις πιέσεις τους προς τη Δαμασκό, προκειμένου να επιτύχουν την επιστροφή ή τη διακοπή της προμήθειας (εφόσον δεν έχει ολοκληρωθεί). Αυτή τη στιγμή, η Ουάσιγκτον δεν θα μπορούσε να πιέσει περαιτέρω το σημαντικότερο υποστηρικτή των αμερικανικών συμφερόντων στη Μέση Ανατολή, ούτε και να καταστρέψει τις βελτιούμενες σχέσεις της με τη Δαμασκό και τη Βυρητό. Πιθανόν να καλέσει και πάλι την Άγκυρα, προκειμένου να διαμεσολαβήσει ώστε να πέσουν οι τόνοι, όμως και αυτή η επιλογή συγκεντρώνει ελάχιστες πιθανότητες βελτίωσης της κατάστασης. Διότι είναι σχεδόν βέβαιο ότι το Ισραήλ δεν θα δεχθεί να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων (είτε με τους Παλαιστίνιους είτε με τους Σύριους), όταν γνωρίζει εκ των προτέρων ότι διπλωματικά δεν θα έχει την πλήρη υποστήριξη της υπερδύναμης και όταν ταυτόχρονα «διαπιστώνει» την ανατροπή της ισορροπίας των δυνάμεων στη Μέση Ανατολή, που πιθανόν να απειλήσει την επιβίωση του ισραηλινού κράτους. |
Γιαννακόπουλος Βασίλειος |
http://www.geostrategy.gr/contact1.html |